Rendeece - Faust _ Episode 22 - Parallel Mazes @ Random Access Radio




Ο Φάουστ βρίσκεται σε ένα ασανσέρ που μοιάζει σαν αυτά που χρησιμοποιούν για να ανέβουν στον Πάνω Κόσμο. Το ασανσέρ κινείται, αλλά ο Φάουστ δεν έχει την παραμικρή ιδέα αν ανεβαίνει ή κατεβαίνει. Είναι πολύ σκοτεινά. Δεν ξέρει καν πόση ώρα βρίσκεται εκεί μέσα. Έχει αρχίσει να ανησυχεί. Το φως τρεμοπαίζει. Στρέφει το βλέμμα του προς αυτό. Όταν γυρνάει το κεφάλι του βρίσκεται μπροστά του το σώμα Μεφίστο. Τον κοιτάζει μέσα από το χωρίς χαρακτηριστικά πρόσωπο. Ο Φάουστ ξεπερνά τον αρχικό φόβο της παρουσίας αυτού του τρομακτικού σώματος. Σιγά-σιγά το χωρίς έκφραση πρόσωπο γίνεται σαν ένας καθρέφτης. Μια προβολή σκέψεων και συναισθημάτων. Βυθίζεται στις εικόνες που προκύπτουν.

Βρίσκεται στο τοπίο δίπλα στο ποτάμι που είχε βρεθεί κάποια στιγμή μαζί με τη Μαργαρίτα και το παιδί που είχε δημιουργηθεί στο εργαστήρι του Βάλεντιν (επεισόδιο prima materia).  Ένα εξαίσιο τοπίο που θα μπορούσε απλά να μείνει για πάντα. Ξαφνικά ακούγεται ένας δυνατός κρότος. Ένα θεόρατο πεύκο κόβεται από μια θύελλα που λυσσομανά στο δάσος. Όλα φαίνεται να καταρρέουν κάτω από το μαινόμενο αυτό καιρικό φαινόμενο.

Καταλήγει σε ένα σπήλαιο για ασφάλεια. Προχωράει προς τα μέσα. Φτάνει στο τέρμα της σπηλιάς. Είναι σαν ένας ανηχοϊκός θάλαμος. Είναι σχεδόν σίγουρος ότι ακούει μόνο τον ήχο της καρδιάς του. Κοιτάζει μπροστά του στον πέτρινο τοίχο. Η αίσθηση του χώρου αλλάζει προς μεγάλη του έκπληξη. Προσέχει μια αντίθετη κίνηση από σταγόνες νερού, να κατευθύνονται προς τα πάνω. Αγγίζει τον τοίχο μπροστά του. Είναι σαν νερό στο οποίο καθρεφτίζεται το πρόσωπό του και η υπόλοιπη σπηλιά. Που ρέει ανάποδα από ότι θα έπρεπε να γίνεται κανονικά. Συνειδητοποιεί ότι πρέπει να αντιληφθεί διαφορετικά το χώρο στον οποίο βρίσκεται. Αποφασίζει να εισέλθει μέσα στο υγρό αυτό τοίχωμα.

Βρίσκεται στο βυθό της θάλασσας ή μιας λίμνης. Αρχίζει να κολυμπάει προς την επιφάνεια. Αναδύεται προς τα πάνω, αλλά φοβάται ότι δεν θα φτάσει η αναπνοή του. Αγχώνεται, κολυμπάει πιο γρήγορα. Με ένταση. Στα σκοτεινά αυτά νερά. Η επαφή του με τη φύση είναι πρωτόγνωρη. Νιώθει τόσο μικρός, αλλά και τόσο κοντά σε όλες του τις αισθήσεις. Ακόμα πιο κοντά στην επιφάνεια, αλλά δίχως να ξέρει που είναι η επιφάνεια του νερού και πόσο ακόμα θέλει μέχρι να φτάσει.

Καταφέρνει και βγάζει το κεφάλι του έξω από το νερό παίρνοντας με ανακούφιση μια μεγάλη ανάσα. Βλέπει την όχθη και κολυμπάει προς τα εκεί. Βγαίνοντας έξω στέκεται και κοιτάζει στην άλλη πλευρά του ποταμιού. Το τοπίο είναι ομιχλώδες. Μέσα από την κίνηση της ομίχλης ξεπροβάλει ένας άντρας που στέκεται και τον κοιτάζει. Είναι ο ίδιος ο εαυτός του και συνοδεύεται από τη Μαργαρίτα και το παιδί prima materia που εμφανίζονται και αυτοί μέσα από την ομίχλη.

Ακούει ξανά έναν δυνατό κρότο. Γυρνάει να κοιτάξει και βλέπει να επαναλαμβάνεται πάλι η σκηνή με το πεύκο που κόβεται από τη θύελλα. Κοιτάζει απέναντι στην όχθη. Δεν βλέπει πλέον τον εαυτό του, τη Μαργαρίτα και το παιδί. Ξανά στη σπηλιά. Το τοίχωμα... το νερό... αναδύεται στην επιφάνεια... και πάλι στην όχθη... πάλι η ίδια σκηνή... ο εαυτός του αντίκρυ...  η Μαργαρίτα, το παιδί... η ομίχλη... ο κρότος... η σπηλιά... ο τοίχος... ο βυθός... η ανάσα...

Σαν να βρίσκεται σε μια δαιδαλώδη δίνη επανάληψης...

Κάποια στιγμή, καθώς βρίσκεται στην όχθη και κοιτάζει τον εαυτό του, τη Μαργαρίτα και το παιδί να αναδύονται από την ομίχλη, νιώθει μια παρουσία πίσω του. Γυρνάει να κοιτάξει. Είναι το σώμα Μεφίστο. Κοιτάζει μέσα στο χωρίς χαρακτηριστικό πρόσωπό του και βλέπει όλη αυτή την επανάληψη στην οποία είχε μπει με τη θύελλα, τη σπηλιά, το βυθό και την όχθη. Και πάντα να βρίσκεται απέναντι στον εαυτό του, τη Μαργαρίτα και το παιδί. Εγκλωβισμένος σε έναν διανοητικό φαύλο κύκλο, που δεν μπορεί να αλλάξει.

Αγγίζει το χωρίς χαρακτηριστικά πρόσωπο και αυτό σταδιακά αρχίζει να μορφοποιείται. Γίνεται το πρόσωπο και το γυμνό σώμα της Μαργαρίτας. Είναι πλέον δίπλα του. Βρίσκονται στην ίδια όχθη. Η θύελλα έχει κοπάσει, η ομίχλη έχει εξαφανιστεί. Δυο γυμνά κορμιά ενωμένα.

Ο Φάουστ επανέρχεται στο ασανσέρ. Αυτή τη φορά καταλαβαίνει ότι κατεβαίνει. Φοράει τη στολή με την οποία κάθε φορά ανεβαίνει στο μολυσμένο Πάνω Κόσμο. Δεν τρεμοπαίζει το φως του ασανσέρ, ούτε βρίσκεται κανείς δίπλα του. Οι πόρτες του ασανσέρ ανοίγουν. Βρίσκεται στον Κάτω Κόσμο και ετοιμάζεται για τη συνήθη διαδικασία καθαρισμού μετά από την περιήγηση στον Άνω Κόσμο.

Σχόλια