"Το λαμπύρισμα των βράχων στο μαγικό βουνό Μέρος 15ο" του Νίκου Τριανταφυλλόπουλου


Βρισκόμουν στη δίνη της καριέρας του "τίποτα". Πάσχιζα να γράφω τα ίδια και τα ίδια πράγματα, για να στηρίζω τη γραφειοκρατία, τους δήθεν επιστήμονες και τους ειδικούς που μιλούσαν στις οθόνες, κρατούσα τα πιόνια του μονοπώλιου της σκέψης, στα χέρια μου, πυροβολούσα με κατευθυνόμενη ανοησία, τους κατοίκους (κρέατα όπως τους ονόμασε ψυχρά -χαιρέκακα το τριγωνικό μούσι), όλους αυτούς που κοιμόντουσαν υπό το καθεστώς συνεχόμενου φόβου. Κρατούσα τα ηνία της κοινής γνώμης μιας και η προσωπική γνώμη είχε χαθεί στη λάσπη της άγνοιας. Καμία νοητική ελευθερία δεν θα μπορούσε να επιβιώσει, αφού δεν υπήρχε καθόλου ευφυΐα.

Είχα αρχίσει να ξεχνάω την πραγματική μου φύση. Είχα αρχίσει να ξεχνάω το μαγικό βουνό, τη ζωή μου που προχωρούσε ευχάριστα, αφού η ζωή είχε μεταμορφωθεί σε ένα ατελείωτο,βαρύ φορτίο. Η υποκρισία που μου πέρασαν διαμέσου του πνευματικού κλύσματος, μου έδωσε την ικανότητα να προηγούμαι πάντοτε της αλήθειας - στην πραγματικότητα το ψέμα ήταν ένα βήμα μπροστά, η αλήθεια ακολουθούσε, ή απλά την ξεχνούσα.

Εκείνο το πρωινό ήμουν ξανά στο γραφείο, κακοδιάθετος όπως κάθε μέρα. Άρχισα να γράφω τα προγραμματισμένα "Κορυφώνεται η κρίση…", "Μεγάλη καταστροφή στην…", "Οι νεκροί ξεπέρασαν…", "Χιλιάδες θα χάσουν τις δουλειές τους…", "Η νέα επιδημία που ξέσπασε…", "Ανησυχία για…", "Θλίψη για τον χαμό…", "Τα αιματηρά γεγονότα οργανώθηκαν από…", "Έκκληση για βοήθεια…", "Ραγδαίες εξελίξεις…", "Φονικές καταστροφές…", "Μπαράζ συλλήψεων…" "Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι νεκροί ξεπερνούν…". Έπειτα περνούσα στις γωνίες φλυαρίας για να μου δώσουν τα έντυπα που θα συμπλήρωνα με τις φράσεις για παράδειγμα "Τα αιματηρά γεγονότα οργανώθηκαν από τρομοκράτες και πληροφορίες αναφέρουν ότι οι νεκροί ξεπερνούν τις εκατό χιλιάδες". Έπειτα ήταν ο έλεγχος από το τριγωνικό μούσι και τα γεγονότα περνούσαν στους υπεύθυνους προώθησης οθόνης για να παρουσιαστεί η ανοησία ολοκληρωμένη. Οι άνθρωποι διψούσαν για οθόνη και η οθόνη κέρναγε φόβο.

Η λειτουργία του οργάνου, σε σχέση με το σύνολο της σπηλιάς, απαιτεί να κάνεις το μυαλό και το σώμα προϊόν - αναλώσιμη ύλη. Αυτή η χυδαιότητα, είναι η διαφθορά, το εμπόδιο προς την υπέρτατη ευδαιμονία. Όταν το πνευματικό κλύσμα πέτυχε, μεταλλάχτηκα σε έναν μουδιασμένο επαγγελματία και συναισθηματικά ακρωτηριασμένο άνθρωπο. H επίσημη υπόσχεση που κάνεις στην καρδιά σου κάθε φορά που γεννιέσαι ή πεθαίνεις, πως θα της είσαι πιστός, αφήνει την ίδια γεύση ακόμη και όταν η καρδιά μπορεί να είναι σωστή και την ίδια στιγμή εσφαλμένη έχοντας ταυτόχρονα την ικανότητα να επαναφέρεις στη μνήμη το φόβο της γέννησης, που μας βασανίζει όταν περιμένουμε στο θάλαμο της μεταβατικότητας.

Ήθελα να ξεσκονίσω τη βιβλιοθήκη του μυαλού μου και να γράψω πως η ζωή είναι ένα θαύμα, πως δεν είναι ένα θλιβερό φορτίο. Όμως ο ίδιος ήμουν τόσο θλιμμένος. Ανήμπορος. Θυμωμένος. Βαριά θυμωμένος. Άρχισα να αποτυπώνω στο χαρτί δικές μου σκέψεις - κάθε πράξη δημιουργεί ένα συνήθειο. Κάθε συνήθειο κατευθύνει συμπεριφορά. Κάθε συμπεριφορά συνθέτει χαρακτήρα. Ο χαρακτήρας γεννάει την προσωπικότητα. Πολλές προσωπικότητες, συνθέτουν μια κοινωνία. Η κοινωνία είναι ζωντανή νεκρή. Συνέχισα να πετάω λέξεις εκτός προγράμματος. Κινδύνευα ήδη να βρεθώ σε νέα απομόνωση για περισσότερο πνευματικό κλύσμα. Το συνεχές πνευματικό κλύσμα, κατάφερε να πετύχει την ψυχική απαλλοτρίωση.

Άρχισα να τρέμω και ταυτόχρονα να γελάω κάπου βαθιά μέσα μου. Η παθολογική πλεονεξία έχει κληρονομήσει τη γη. Μια καλή συνταγή για να γίνει ο τόπος, μια ρημαγμένη μαγική σφαίρα, που κάποτε υπήρχε ζωή και τώρα υπάρχουν μόνο αγρίμια που κυνηγούν κυριαρχία μετά χρήματος. Συνέχισα, δεν είχα πια γυρισμό. Όταν στη μία πλευρά του νομίσματος γράφει δεν-έχω-τίποτα-να χάσω, στην άλλη λέει έχω- πολλά-να κερδίσω.

Να μην ονειρεύεσαι την ζωή σαν πως-θα-ήταν-αν, αλλά να ζεις το όνειρο.

Οι πιθανότητές μου ήταν μηδαμινές. Το ήξερα. Όμως μια παράξενη απόμακρη αίσθηση, ότι θα παλέψω και ότι βγει μου έδινε μια μικρή σκιά ανάμεσα στα γεγονότα, ανάμεσα στις πιθανότητες που ήταν εναντίον μου. Ο αντίπαλός μου είχα ανέβει στο ρινγκ εκατό φορές και τις εκατό φορές είχε νικήσει, με νοκ άουτ. Τώρα ανάμεσα στις ζητωκραυγές των ανθρώπων που διψούσαν για αίμα, είχα τον γιγάντιο αντίπαλο μπροστά μου. Είχα μια παράξενη ηρεμία. Οι μυς ήταν φορτωμένοι, δύναμη, ήρεμη δύναμη έτοιμη να εκραγεί στο πρώτο ερέθισμα, όμως ήμουν κάπου ανάμεσα στη ζώνη, αποφασισμένος για οτιδήποτε, και αν συνέβαινε, αποφασισμένος να πουλήσω το τομάρι μου σαν μοναχικό πεινασμένο αγρίμι μέσα σε ένα σκοτεινό και κρύο δάσος. Είδα τις σημαίες απέναντι στο ρινγκ, να ανεμίζουν, οι ανεμιστήρες της οροφής, κρατούσαν τη ζέστη ανακατεμένη με ιδρώτα και αγωνία. Αν ήμουν τυχερός θα μπορούσα να επιζήσω από τις σιδερένιες γροθιές του γίγαντα. Αν δοκίμαζα να αποδράσω; Πως όμως;

Κάποτε άκουσα μια θεωρία - ο δρόμος προς το θεό είναι η απόδειξη πως χρειαζόμαστε την πολυπλοκότητα, πως η φύση έχει την τάση προς το πολύπλοκο. Να είχε βάση άραγε, ή μήπως ήταν ένα ακόμη άλλοθι του ανθρώπου για να δικαιολογήσει την εγωκεντρική οπτική του κόσμου του; Επιπλέον, έλεγε η θεωρία, το θεϊκό από το κακό, διατρέχει αυτή την πολυπλοκότητα. Για να ξεχωρίσουμε το καλό από το κακό, χρειάζονται μόνο δύο ερωτήσεις:

Α. τι θα γινόταν στον κόσμο αν όλοι οι άνθρωποι έκαναν την ίδια πράξη;
Β. Αυτή η πράξη ευνοεί ή καθυστερεί το ταξίδι προ το θείο;

Ήμουν σίγουρος πως θα γυρνούσα στα ίδια θέματα έτσι και άφηνα τα χαλινάρια της σκέψης, ήταν μια ψευδαίσθηση ελευθερίας, ότι μπορούσα να γράψω οτιδήποτε. Είμαστε όλοι παγιδευμένοι σε μια φυλακή είπε κάποιος κάποτε, και αυτή η φυλακή έχει μόνο ένα προαύλιο, την πολυλογία του μυαλού. Εκεί, έχουμε τη ψευδαίσθηση ότι βλέπουμε κάτι από τον ουρανό που απλώνεται δυσανάλογα μεγάλος από τις επιλογές που έχουμε σαν άνθρωποι, στο χρόνο που μας δίνετε κάτω από αυτόν τον ουρανό.

Πράγματι οι επιλογές μου έδειχναν ζοφερές, το γκρι ταγέρ, ο γιατρός και το τριγωνικό μούσι στέκονταν από πάνω μου με απειλητικό βλέμμα.

– Μαζέψτε τον γρήγορα, είπε το τριγωνικό μούσι προς τους άλλους δύο.

Πετάχτηκα από το γραφείο και άρχισα να τρέχω. Πίσω μου έτρεχαν και εκείνοι. Μπήκα στο σπίτι, δεν είχα καμία ελπίδα, η πόρτα βρόντηξε και χώθηκαν μέσα και οι τρεις εξαγριωμένοι. Για μια στιγμή ένιωσα εκείνη τη φαγούρα στην ωμοπλάτη. Γύρισα, ήταν σαν ο χρόνος να είχε παγώσει, το φάντασμα με κοιτούσε και χαμογελούσε. Στο είχε πει ο γέρος στην καλύβα της γνώσης. Άρπαξε τη στιγμή. Άρπαξέ τη. Τότε θυμήθηκα τον γέρο:

- Ο κύβος θα σε βοηθήσει να αποδράσεις από τη σπηλιά όταν ο κίνδυνος θα είναι υπαρκτός και μεγάλος.

Ο γιατρός κρατούσε μια τεράστια ένεση, οι άλλοι δύο κρατούσαν από ένα όπλο. Είχα παγώσει από τρόμο. Έσφιγγα τις γροθιές μου. Το φάντασμα με ταρακούνησε. Γλίστρησε από την ωμοπλάτη μου και με χτύπησε στα χέρια. Η γροθιά χαλάρωσε, τα δάκτυλα άνοιξαν, κρατούσα τον κύβο. ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Σχόλια