"Το λαμπύρισμα των βράχων στο μαγικό βουνό Μέρος 5ο" του Νίκου Τριανταφυλλόπουλου


Γύρισε προς το μέρος μου και ξεκίνησε να μιλάει:

- Εδώ μέσα, όπως καταλαβαίνεις έχω συγκεντρώσει ιστορίες, μύθους και γεγονότα. Τι είναι άνθρωπος και τι είναι ζωή, υπάρχουν όλα εδώ μέσα σε αυτή την καλύβα. Μπορεί να σου φανώ υπερβολικός με την δήλωσή μου, όμως είναι η αλήθεια, και είδα πως ενδιαφέρεσαι για τη γνώση, αλλιώς δεν θα ερχόσουν στο βουνό. Δυστυχώς είναι λίγοι αυτοί που ακολουθάνε το δύσκολο δρόμο της, ωστόσο να θυμάσαι πως ο στόχος του ανθρώπου από την αρχή είναι αυτός, η γνώση. Πολύ σύντομα οφείλεις να περάσεις τη σπηλιά.
– Ποια σπηλιά, τον ρώτησα.
- Τη σπηλιά που όλοι την περνάμε απάντησε ο γέρος με μια ανάσα και φωνή δυνατή. Εκεί στην σπηλιά είναι το μεγάλο σου μονοπάτι. Η σπηλιά θα σου ξεκαθαρίσει αν θα προχωρήσεις προς τον δρόμο του φωτός ή θα μείνεις να ζεις με τις σκιές. Εκεί θα μάθεις τι πρέπει να κάνεις και πως θα ξεκαθαρίζεις την ροή των λόγων σου και των γεγονότων που θα σου συμβούν. Λίγοι γλυτώνουν αλλά αυτοί που ξεφεύγουν έχουν όλη την δύναμη στα χέρια τους, και μπορεί να νιώθουν μοναξιά, όμως θα καταλάβεις ότι αυτή η μοναξιά μπορεί να μεταλαχθεί σε μοναχικότητα και τότε η δημιουργία και ο δημιουργός είναι το ίδιο πράγμα έχει λιώσει μέσα στην ωκεάνια συνείδηση και είσαι στην ίδια κατάσταση, όπως τη στιγμή που βρέθηκες στην κορυφή του βουνού. Διάφορα εμπόδια θα παρουσιάζονται μπροστά σου στην σπηλιά. Στην αρχή θα παλεύεις με τους ίδιους σου τους φόβους απροσδιόριστα άλλοτε θα νικάς και άλλοτε όχι. Οι υποψίες και οι ανησυχίες σου καθώς θα μεγαλώνουν και καθώς θα τις ξεπερνάς θα βρίσκεις την δύναμη να συνεχίσεις παρακάτω με μεγαλύτερη εμπειρία. Με την δύναμη που σου δίνει η ατομικότητα, που αντλεί από την ωκεάνεια συνείδηση, θα μπορέσεις να πορευθείς μέχρι την μεγάλη διασταύρωση.

Ο γέρος πήρε μια βαθιά ανάσα. Ένιωθα πολύ μπερδεμένος. Δεν ήξερα πώς να ξεκινήσω τις ερωτήσεις μου και με ποια σειρά. Ένιωσα την αναπνοή μου να είναι ρηχή, δείγμα πως όλη αυτή η κουβέντα μου είχε δημιουργήσει αναστάτωση. Την αναστάτωση που νιώθει κανείς αντικρύζοντας το άγνωστο.

- Που είναι αυτή η μεγάλη διασταύρωση; τον ρώτησα τελικά, χωρίς να είμαι καν σίγουρος, τι εννοώ και εγώ ο ίδιος.
- Αυτό δεν το ξέρω. Η μεγάλη διασταύρωση είναι διαφορετική για τον καθένα, έτσι, δεν ξέρω που πότε και σε πιο σημείο του ορίζοντα θα εμφανιστεί σε εσένα.
- Μα πως θα καταλάβω ότι βρίσκομαι εκεί;
- Θα το καταλάβεις, γιατί θα βρίσκεσαι πέρα από κάθε σκέψη. Ίσως να είσαι τόσο μπλεγμένος από τις σκέψεις σου που τελικά θα βρεθείς μακριά από κάθε σκέψη. Εκεί δεν χρειάζεσαι τίποτα. Μπορεί να ανησυχήσεις ωστόσο δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Τα πάντα θα είναι τόσο ξεκάθαρα. Μπροστά σου θα υπάρχει το διάσπαρτο φως. Είναι το σίγουρο σημάδι πως βρίσκεσαι στην μεγάλη διασταύρωση. Και τότε θα χρειαστείς το θάρρος από τα μαθήματα που ήδη έχεις πάρει στην σπηλιά. Αν τα έχεις κατανοήσει, τότε θα βρεις την δύναμη που χρειάζεται για το μεγάλο άλμα. Ή δεν θα έχεις αυτό το θάρρος και θα μείνεις να κοιτάς το διάσπαρτο φως, που έτσι ή αλλιώς θα το συναντήσεις αργότερα. Όμως η ζωή ανάμεσα στους ανθρώπους σε βαραίνει, αν νιώθεις την ματαιότητα των πραγμάτων να σε βαραίνει θα κάνεις αυτό το άλμα και πίστεψέ με θα είναι η πιο σημαντική απόφαση της ζωής σου γιατί θα έχεις επιλέξει το δρόμο χωρίς γυρισμό. Είναι ο δρόμος χωρίς επιστροφή γιατί αν είχες το δικαίωμα να επιστρέψεις αυτό θα σήμαινε πως η μεγάλη διασταύρωση είναι μια ουτοπία. Και δεν είναι καθόλου έτσι. Εκεί τα λόγια μου και τα λόγια οποιουδήποτε που θα συναντήσεις στο βουνό δεν έχουν καμία σημασία. Εκεί είσαι ο ίδιος, μόνος, ο καθάριος εαυτό σου και τα λόγια αν χρειάζονται, είναι δικά σου και μόνο δικά σου.

Μεγάλη διασταύρωση, σπηλιά, διάσπαρτο φως, άλμα, ουτοπία, όλες οι έννοιες ήταν άγνωστες αλλά κάτι βαθιά μέσα μου έλεγε πως ήταν όλα εντάξει. Τα είχα ξαναπεράσει όμως η μνήμη ήταν αδύναμη να μου προσδιορίσει πότε αυτό συνέβη. Τα είχα ξαναπεράσει, τα είχα ξαναπεράσει, τα είχα ξαναπεράσει. Δεν μπορούσα να το σκεφτώ όμως αυτό το βάθος μέσα μου, το βάθος, ήξερε πως δεν ήταν τόσο τρομερό, ωστόσο η σάρκα μου ανησυχούσε. Ένα νέο κύμα ανησυχίας με πλημύρισε. Ίσως τα είχα ξαναπεράσει ξανά και ξανά και δεν βρήκα ποτέ το θάρρος στην μεγάλη διασταύρωση να κάνω το άλμα. Ίσως για αυτό βρέθηκα στο βουνό ξανά, ίσως να μπορέσω να φύγω προς το διάσπαρτο φως, ίσως και να μην γίνει ποτέ αυτό ίσως ίσως ίσως. Ο γέρος κατάλαβε την ανησυχία μου και γελώντας εγκάρδια με ένα γέλιο ενθαρρυντικό συνέχισε να μιλάει:

- Οι πολλοί θα είναι παγιδευμένοι στην πείνα τους για αίγλη. Θα σε μάθουν να απαλλαγείς από αυτά τα βάρη, σύντομα θα προλάβουν να σε αλυσοδέσουν και χωρίς να καταλάβεις τι έγινε θα βρεις την ζωή σου να παραμένει ακίνητη και εσύ θα νομίζεις ότι τόσο καιρό έτρεχες. Θα καταλάβεις ότι η σκέψη είναι ένα μαύρο τούνελ και όσο σε παγιδεύει και αναζητάς την άλλη άκρη εκείνη η άλλη άκρη δεν θα είναι ποτέ φωτεινή. Σταμάτησε εκεί που είσαι για να γευτείς την κενότητα, να αγγίξεις την ηρεμία, να ακούσεις τον συριγμό της άγραφης ταινίας. Θα δεις φόβους και προλήψεις να υψώνονται μπροστά σου σαν πελώρια κάστρα όμως να ξέρεις ότι ο φόβος ξεπερνιέται μόνο αν τον χτυπήσεις στο μέτωπο. Και μετά θα πεις, που, με πιο τρόπο, πόσες φορές θα φτάσω στα όριά μου, και έπειτα δεν θα σε ενοχλεί, γιατί θα βλέπεις πως τα όριά σου θα έχουν προχωρήσει, και όλα θα είναι μέρος της ρουτίνας που μελετάς και τελειοποιείς. Και τότε έχεις βρει μια χρυσή τομή, ότι μελετάς δεν θα είναι ποτέ μια έτοιμη απάντηση. Η έτοιμη απάντηση σε έλκει για να σε παραλύσει, να σε κάνει να σταματήσεις να επεξεργάζεσαι το απροσδόκητο. Αλλά εσύ οφείλεις να είσαι στη φορά της ζωής, μακριά από την παγίδα του να κάνεις σχέδια γιατί όποτε κάνεις σχέδια ο θεός γελάει. Όταν θα αφήνεις τον εαυτό σου στο απρόοπτο, η μάχη εκ παρατάξεως θα σου φαίνεται μια αστεία υπόθεση. Θα δεις το φεγγάρι πιο φωτεινό, σαν αντανάκλαση μιας ηλιόλουστης μέρας σε επιχρυσωμένο καθρέπτη και τον ήλιο κεντημένο με τη μεγαλοπρέπεια του φωτός. Μπορεί το ταξίδι σου να γίνει κάτι περισσότερο από διατύπωση του μυαλού σου; Γιατί θα δεις ανθρώπους και θα νιώσεις λύπη για μερικούς και άλλους απλά θα τους προσπεράσεις, γιατί έχασαν τον προορισμό τους κάπου κάποτε και εσύ δεν θα είσαι υποχρεωμένος να ζήσεις τις ζωές τους. Η λύπη θα μεγαλώνει όσο θα νιώθεις ότι πορεύεσαι μόνος, όμως να μην δειλιάσεις, αυτή η λύπη δεν είναι πραγματική είναι μόνο ένα παιχνίδι του μυαλού. Και θα πηδήξεις από την ευφορία στην απερισκεψία. Όταν θα περνάς τις εξετάσεις του μαθήματος εκείνο το μάθημα θα καταγράφεται ως εμπειρία και δεν θα παρουσιάζεται ξανά με την ίδια μορφή. Τα λόγια σου άλλοτε θα πετυχαίνουν τον στόχο και άλλοτε όχι. Αν κάποιος σε σταματήσει μην φοβηθείς, θα έρθει η στιγμή που θα συνεχίσεις. Αν κάποιος σου στήσει παγίδα να τον ευχαριστήσεις αργότερα όταν θα έχεις απελευθερωθεί από αυτήν και θα ξέρεις ότι στην επόμενη παγίδα η αντίδρασή σου θα είναι καλύτερη. Οι καταστάσεις θα τρεμοπαίζουν. Μερικές φορές θα συναντάς θεόρατα τείχη και θα τα ξεπερνάς με ένα απλό άγγιγμα, τόσο εύκολα και άλλες φορές θα συναντάς ένα μικρό εμπόδιο και θα κάνεις πολύ καιρό να το υπερπηδήσεις, είναι παράξενο όμως θα συμβεί. Όσο πιο ήρεμος είσαι, τα εμπόδια θα εξαφανίζονται, τα σύνορα θα σβήνουν. Και θα έρθει μια στιγμή, χωρίς να το καταλάβεις πως, όπου η ίδια η στιγμή δεν θα είναι αίτιο και αιτιατό, δεν θα είναι προυπόθεση και κατάσταση. Είναι η στιγμή που έχεις διαγράψει τα σύνορα και που δεν θα τα έχεις ποτέ ξανά. Τότε ξεκινάει η ύπαρξη ενός ανθρώπου χωρίς σύνορα, που το μυαλό του δουλεύει χωρίς φραγμούς και η συνείδησή του είναι ατέρμονη. Εκεί είναι η θεική πληρότητα.

Οι φωτιές από την γιορτή συνέχιζαν να αντανακλούν στα παράθυρα της καλύβας, αλλά οι φωνές είχαν κοπάσει. Κάποιες στιγμές ακούγαμε φωνές να δυναμώνουν και να σβήνουν από το μεθύσι του γλεντιού. Οι έννοιες στο κεφάλι μου ήταν μπερδεμένες και σηκώθηκα να κουνήσω το σώμα μου ίσως να με βοηθούσε λίγο. Ο γέρος είχε ζωγραφισμένο εκείνο το χαμόγελο,το χαμόγελο του ανθρώπου που γνωρίζει.

– Ψάχνω ένα μέρος να περάσω το υπόλοιπο βράδυ του είπα.
– Μπορείς να μείνεις εδώ είπε ο γέρος. Αύριο ξεκινάς και πάλι. Αν δεν νιώθεις κουρασμένος θα ήθελα να σου διαβάσω μια ακόμη ιστορία.

Η αλήθεια ήταν, πως ένιωθα κουρασμένος όμως ήθελα πολύ να ακούσω μια ιστορία ακόμη. Ο γέρος σκάλισε ανάμεσα στα βιβλία και στους πάπυρους.

- Να εδώ είπε και έκατσε στο πάτωμα στην στάση του λωτού, με τον πάπυρο στα χέρια. ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Σχόλια